ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

Προβλήματα, Πρωταγωνιστές και Λύσεις

Έχει παρατηρηθεί ότι στα προάστια των σύγχρονων μεγαλουπόλεων οι κάτοικοι και οι επαγγελματίες συχνά:
- αν και ενοχλούμαστε από κακές πτυχές της καθημερινότητάς μας, σπανίως συνειδητοποιούμε ότι αυτό μας αφορά προσωπικά
- παρότι δυσφορούμε εύκολα για τη συμπεριφορά των γειτόνων μας ή την έλλειψη πρωτοβουλιών από τις αρχές, μένουμε τελικά απαθείς και αμέτοχοι
- προτιμάμε να αναπαράγουμε τα προσωπικά μας στερεότυπα και προκαταλήψεις, προκειμένου να διατηρήσουμε την ‘ησυχία’ μας και να διαφυλά-ξουμε τον προσωπικό μας χρόνο
- αναθέτουμε σχεδόν τα πάντα στους θεσμικούς μας εκπροσώπους, προσμένοντας μια μαγική συνταγή που θα προσφέρει κάποιος άλλος.

Από την άλλη, οι Δημοτικές Αρχές πολλές φορές:
- δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους παράγοντες που διαμορφώνουν τις βαθύτερες ανάγκες και στάσεις των κατοίκων
- επικοινωνούν μαζί τους σε μια διοικητική γλώσσα, μη κατανοητή – αποδεκτή από τους ίδιους
- υιοθετούν προτάσεις εξωτερικών μελετητών που αδυνατούν να συνθέσουν τις διαφορετικές και αντικρουόμενες οπτικές της τοπικής κοινωνίας σε βιώσιμες λύσεις και
- δεν καταφέρνουν να κινητοποιήσουν το σύνολο του πληθυσμού για τις δράσεις που σχεδιάζουν, ώστε αυτός να συμμετάσχει στην εφαρμογή τους.

Επίσης, οι γυναίκες συχνά:
- προκειμένου να συμμετέχουν στα κέντρα λήψης αποφάσεων, υιοθετούν ανδρικά μοντέλα σκέψης και δράσης και καταβάλουν πολλαπλή προσπάθεια σε σχέση με τους άνδρες, για να ακουστούν οι απόψεις τους και να γίνουν αποδεκτές
- έτσι, νιώθοντας ότι η συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων το μόνο που τους προσφέρει είναι κόπος και προσωπική απαξία, απέχουν από συλλογικές διακασίες

Τέλος, πολλοί τοπικοί σύλλογοι (περιβαλλοντικοί, πολιτιστικοί, γυναικείοι κλπ) συνήθως:
- δεν καταφέρνουν να διαδώσουν το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους σε πλατύτερα στρώματα πληθυσμού και να προσελκύσουν νέα μέλη ή ακροατήρια, υπερβαίνοντας αδιαφορία, επιφυλάξεις ή και στερεότυπα
- δυσκολεύονται να διατυπώσουν πειστικές προτάσεις στα προβλήματα που τους απασχολούν, με αποτέλεσμα οι όποιες πρωτοβουλίες να σχεδιάζονται τελικά από άλλους με την κυρίαρχη λογική.
- δυσκολεύονται επίσης να συλλάβουν και να μεταδώσουν τις παραδόσεις και εμπειρίες των παλαιοτέρων σε όλη τη ζωντάνια και τον πλούτο τους

Έτσι η Νεολαία τελικά:
- γνωρίζει αποσπασματικά ή και αγνοεί την ιστορική εξέλιξη του τόπου και δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει τη στάση και τις απόψεις των παλαιότερων γενεών
- ενηλικιώνεται σε ένα περιβάλλον συγκρούσεων και ατομισμού, νιώθοντας ότι δεν της δίνεται η ευκαιρία να εκφράσει τις απόψεις και τις επιθυμίες
- θεωρεί αδύνατη την όποια ουσιαστική αλλαγή και έτσι δεν συμμετέχει σε συλλογικές διαδικασίες και αναπαράγει το κυρίαρχο μοτίβο συμπεριφοράς.


Τα φαινόμενα αυτά αποκτούν ιδιαίτερη ένταση όταν αφορούν πτυχές γενικών θεμάτων, όπως η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγιείας, η ανάπτυξη του πολιτισμού και η ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Η ένταση μεγαλώνει όταν πρόκειται να αντιμετωπιστούν ειδικότερα προβλήματα, που όμως επιδέχονται πολλαπλών προσεγγίσεων, όπως είναι το κυκλοφοριακό, τα σκουπίδια, η ανακύκλωση, το παρκάρισμα, οι κοινόχρηστες υποδομές, ο έλεγχος της αυθαιρεσίας, η διαφάνεια και λογοδοσία της εξουσίας και πολλά άλλα.
Για όλα αυτά τα μεγάλα και σύνθετα προβλήματα υπάρχουν πολλές και διαφορετικές οπτικές, πολλές και συγκρουόμενες προτάσεις. Δεν υπάρχουν όμως προφανείς “λύσεις”, απλές στη διατύπωση και εύκολες στην εφαρμογή τους. Οι μόνες πραγματικές και βιώσιμες λύσεις είναι αυτές που περνούν μέσα από τη συμμετοχή των ίδιων των ενδιαφερομένων, που έχουν και λόγο και ευθύνη.

Είναι αλήθεια ότι εάν δεν θεωρούμε κάτι δικό μας δεν μας νοιάζει, δεν μας κινητοποιεί, μια που μας είναι πάντα δύσκολο να μπούμε στη θέση των “άλλων”. Έτσι η διαπραγμάτευση πάνω στο τρίπτυχο δημόσιο – κοινόχρηστο – ιδιωτικό αποκτά ιδιαίτερη σημασία για να κατανοήσουμε και άλλες οπτικές εκτός της δικής μας.
Είναι επίσης αλήθεια ότι, βλέποντας τα πράγματα και κυνηγώντας τους στόχους μας με τον ίδιο τρόπο, δημιουργούμε μια (ψευδ)-αίσθηση ασφάλειας. Όμως, οι αδιέξοδες καταστάσεις που βιώνουμε ίσως μας οδηγήσουν να διερευνήσουμε καινούργιες οπτικές και να αναζητήσουμε νέες εναλλακτικές πρακτικές, πιο ουσιαστικές, πιο συλλογικές.

Έτσι η επιτυχία της επιδιωκόμενης από την διαβούλευση συναντίληψης συνδέεται με τους εξής επιμέρους στόχους :
• την έκφραση πολλαπλών οπτικών και ερμηνειών γύρω από κρίσιμα ζητήματα, που διευκολύνει την αίσθηση συμμετοχής και ευθύνης
• την αποτύπωση και από κοινού κατανόηση των βαθύτερων παραγόντων που επηρεάζουν τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά μας
• την καλύτερη αξιοποίηση της συλλογικής εμπειρίας και γνώσης που διαθέτουμε και
• τη διαμόρφωση κοινά αποδεκτών προτεραιοτήτων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και την ανάπτυξη της περιοχής.

Το κλειδί για την επίλυση των σοβαρών αυτών προβλημάτων επιστρέφει στον κάτοχό του: εμάς! Η πρό(σ)κληση είναι να ξανα-μάθουμε να συζητάμε και προπαντός να ακούμε. Να αποδεχόμαστε επί της ουσίας το δικαίωμα στο διαφορετικό, όσο κι αν μας ενοχλεί αυτό που συμβολίζει. Και να ξετυλίγουμε με υπομονή και επιμονή το κουβάρι των σχέσεων μέσα από τις φράσεις και τις σκέψεις μας. Αν δεν το κάνουμε εμείς, κάποιος άλλος θα συνεχίσει να το κάνει για μας...